Δρ. Δημήτρης Θ. Παπαδημητρίου, Παιδοενδοκρινολόγος Διευθυντής του Τμήματος Παιδιατρικής – Εφηβικής Ενδοκρινολογίας & Διαβήτη Παιδιατρικού Κέντρου Αθηνών

 

Είναι πλέον αποδεδειγμένο στην ιατρική κοινότητα ότι η βιταμίνη D δεν είναι απλώς μια βιταμίνη που προλαμβάνει την ραχίτιδα, όπως αρχικά πιστεύαμε, αλλά μία ορμόνη με πλείστες εξωσκελετικές δράσεις τις οποίες συνεχώς ανακαλύπτουμε. Ασκεί τη δράση της μέσω σύνδεσης με ενδοπυρηνικούς υποδοχείς παρεμβαίνοντας στην έκφραση του γενετικού μας υλικού με ισχυρή και καταλυτική επίδραση κυρίως στο ανοσοποιητικό μας σύστημα. Τα επιστημονικά δεδομένα υποδεικνύουν ότι επίπεδα 25ΟΗD3 βιταμίνης D > 50 ng/ml θωρακίζουν το ανοσοποιητικό από ιογενείς και μικροβιακές λοιμώξεις εμποδίζοντας ακόμη και την σύνδεση των ιών και μικροβίων με τα ανθρώπινα κύτταρα, αλλά προστατεύοντας και από αυτοάνοσα νοσήματα.

Όσον αφορά στην πανδημία από το νέο κορωνοϊό, από τα έως τώρα δεδομένα, είναι αρκετά πιθανό, η κατακλυσμιαία πνευμονία στην οποία οδηγεί η νόσος COVID-19, να οφείλεται κυρίως σε ανεξέλεγκτη υπεραντίδραση του ανοσοποιητικού μας συστήματος. Φαίνεται επίσης ότι η ανεπάρκεια βιταμίνης D αποτελεί παράγοντα κινδύνου τόσο για την προσβολή από τον ιό όσο και για την εμφάνιση σοβαρής πνευμονικής νόσου. Είναι επομένως κρίσιμης σημασίας να θωρακιστεί ο πληθυσμός με βιταμίνη D ενόψει της πανδημίας.

Είναι γεγονός ότι ο σύγχρονος τρόπος ζωής έχει οδηγήσει σε σχεδόν καθολική ανεπάρκεια βιταμίνης D. Είναι γνωστό ότι μόνο το 10-20% των απαιτούμενων αναγκών σε βιταμίνη D μπορεί να εξασφαλιστεί από διατροφικές πηγές και το υπόλοιπο 80-90% φυσιολογικά παράγεται στο δέρμα υπό τη επίδραση της υπεριώδους Β ηλιακής ακτινοβολίας. Στο σύγχρονο κόσμο, τα παιδιά και οι ενήλικες παίζουν, εργάζονται και αθλούνται κυρίως σε κλειστούς χώρους, ενώ αντηλιακά υψηλού δείκτη χρησιμοποιούνται ευρέως για την πρόληψη του μελανώματος. Σε συνθήκες lock-down, όπως οι σημερινές, η παραγωγή βιταμίνης D στο δέρμα μας έχει ουσιαστικά μηδενιστεί. Επιπλέον, η διατροφή μας σήμερα είναι φτωχή σε φρέσκα ψάρια ανοιχτής θαλάσσης, φρέσκα ​​αυγά και φρέσκο ​​γάλα από ζώα ελευθέρας βοσκής (x 10 πλουσιότερα σε βιταμίνη D). Επίσης, ακόμα και οι ηλιόλουστες χώρες, όπως η Ελλάδα, παρουσιάζουν υψηλό ποσοστό ανεπάρκειας βιταμίνης D, καθώς η γωνία πρόπτωσης των ηλιακών αχτίνων από το φθινόπωρο μέχρι το καλοκαίρι δεν οδηγεί σε επαρκή παραγωγή βιταμίνης D με τη συνήθη έκθεση στον ήλιο.

Με βάση τα παραπάνω ΠΡΟΤΡΕΠOYME ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΕΝΗΛΙΚΕΣ, ΕΦΗΒΟΥΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΑ όπως:

εφόσον δεν λαμβάνουν ήδη με οδηγίες μας ή με οδηγίες ειδικού ενδοκρινολόγου βιταμίνη D, ή αν για συγκεκριμένο λόγο έχει δοθεί άλλη συγκεκριμένη ιατρική οδηγία (π.χ. στην πολύ σπάνια περίπτωση υπερευαισθησίας στη βιταμίνη D)

ξεκινήσουν άμεσα και τυφλά (χωρίς εργαστηριακή μέτρηση) αρχική δόση εφόδου και στη συνέχεια συντήρηση με:

Έφηβοι και ενήλικες: 8000-10000 IU χοληκαλσιφερόλης ημερησίως για 2 μήνες και μετά 4000-5000/ημέρα συνεχώς

Παιδιά άνω των 4 ετών: 6000 IU για 2 μήνες και μετά 3000/ημέρα συνεχώς

Παιδιά 1-4 ετών: 5000 IU για 2 μήνες και μετά 2500/ημέρα συνεχώς

Βρέφη 6-12 μηνών: α) αν θηλάζουν αποκλειστικά 3000 IU για 2 μήνες και μετά 1500/ημέρα συνεχώς – β) αν είναι σε υποκατάστατο μητρικού γάλακτος: 2000 IU για 2 μήνες και μετά 1000/ημέρα συνεχώς

Βρέφη < 6 μηνών:  2000 IU για 2 μήνες και μετά 1000/ημέρα συνεχώς

 

Οι δόσεις εφόδου είναι αναγκαίες αν δεν λαμβάνει κάποιος ήδη συμπλήρωμα για ταχεία αύξηση των επιπέδων της βιταμίνης D και θωράκιση από την πανδημία, ενώ οι δόσεις συντήρησης που προτείνουμε ΕΙΝΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΣ ΚΑΙ ΔΕΝ ΧΡΗΖΟΥΝ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ, ενώ είναι απαραίτητες καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους πλην των καλοκαιρινών διακοπών με καθημερινή έκθεση στον ήλιο:

“More importantly, according to the Endocrine Society’s clinical practice guidelines, doses up to 1000 IU/d for infants up to 6 months, 1500 IU/d for infants from 6 months to 1 year, 2500 IU/d for children aged 1-3 years, 3000 IU/d for children aged 4-8 years, and 4000 IU/d for everyone over 8 years can be given safely without medical supervision just to prevent vitamin D deficiency, while higher doses may be needed to correct hypovitaminosis D.”

Επισυνάπτεται το link με το σχετικό άρθρο μας σε μεγάλο περιοδικό δημόσιας υγείας:

“The big Vitamin D mistake”

https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC5541280/pdf/jpmph-50-4-278.pdf

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

X